GREEK AND INTERLATIONAL HISTORY

Παρασκευή 17 Μαρτίου 2017


ΜΥΣΤΡΑΣ


     Απόσπασμα για τον Μυστρά, από το βιβλίο μου:
............στον Μυστρά δεν υπάρχει τίποτα άλλο παρά μόνο το βάρος της ιστορίας και των Βυζαντινών αναμνήσεων. Το σύνολο της πολιτείας αποτελεί το χαρακτηριστικότερο δείγμα μεσαιωνικού οικισμού στην Ελλάδα. Τα ανηφορικά καλντερίμια είναι τα ίδια με εκείνα που περπάτησαν όλοι οι Δεσπότες του Μυστρά, και ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Η ιερή ησυχία, και το ελαφρό αεράκι κάνουν τους θάμνους των αγριοβελανιδιών και των ασφόδελων να σου μιλάνε και να σου ψιθυρίζουν βυζαντινές φράσεις και λέξεις. Για αυτό άλλωστε ο Μυστράς ονομάζεται και “η βουβή πολιτεία”.
     Από τους ναούς ακούγονται ακόμα οι ψαλμωδίες και οι χαρμόσυνες καμπάνες από τις ενθρονίσεις των εκάστοτε Δεσποτών. Στις γωνιές των ακατοίκητων πια σπιτιών και στις στροφές των στενών μονοπατιών, πάντα φυλάγεσαι για να μη βγουν ξαφνικά μπροστά σου τα άλογα που κουβαλούσαν τις αρχόντισσες με τα χρυσοποίκιλτα βελούδινα φορέματα, ακολουθούμενες από τις προσωπικές τους ακόλουθες, και τους έφιππους προστάτες φρουρούς τους.
     Ο Μυστράς είναι η μόνη καστροπολιτεία που ζεις και εσύ, θέλεις δεν θέλεις, την ζωή των Βυζαντινών κατοίκων του, αναπνέεις τον ίδιο αέρα μαζί τους, μυρίζεις τις ίδιες μυρωδιές με αυτούς και ακούς τους ίδιους ήχους. Δεν υπάρχει τίποτα που να αποσπά την προσοχή σου, και να σου θυμίζει σε ποιον αιώνα βρίσκεσαι.
     Δεξιά σου-αριστερά σου είναι τα διώροφα φανταχτερά σπίτια των ευγενών και γύρω τους τα χαμηλότερα σπίτια των υπολοίπων.
     Τα πιο εντυπωσιακά και καλύτερα σωζόμενα αρχοντικά σπίτια σήμερα είναι το λεγόμενο “Παλατάκι”, κοντά στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου, το σπίτι του “Φραγκόπουλου” κοντά στη “Περίβλεπτο”, και το σπίτι του “Λάσκαρη” στη συνοικία της Μαρμάρας. Τέλος, χαμηλά, στην “Κάτω Χώρα”, κοντά στην είσοδο, βρίσκεται και το σπίτι του “Κρεβατά”, μιας ακόμα από τις αρχοντικές οικογένειες του Μυστρά.
     Από την “Κάτω Πόλη”, η “πόρτα της Μονεμβασιάς” οδηγεί στην πλατεία της “Άνω πόλης”, όπου υψώνονται τα μεγαλοπρεπή παλάτια των Δεσποτών και τα αρχοντικά των Αξιωματούχων.
Τα παλάτια αποτελούνται από πολλά κτίρια διαφόρων εποχών, τοποθετημένα σε σχήμα ορθής γωνίας. Ολόκληρος ο δεύτερος όροφος ήταν μια μεγάλη αίθουσα, η “αίθουσα του Θρόνου”, που ονομαζόταν από τους Βυζαντινούς “Χρυσοτρίκλινος”.
     Στο μικρό μουσείο που υπάρχει, εντύπωση προκαλούν τα ενδύματα και τα κοσμήματα που αντιστοιχούν στην εποχή της ακμής της πόλης. Τα δαχτυλίδια των Δεσποτών και τα σκουλαρίκια των γυναικών θα σας ενθουσιάσουν, καθώς επίσης και οι χειρόγραφοι κώδικες της “Ιεράς Μητροπόλεως Σπάρτης και Μονεμβασιάς”, από τα Βυζαντινά χρόνια.
     Επτά εκκλησίες, εκ των οποίων οι τέσσερις ήταν και μοναστήρια, είχε ο Μυστράς, για να ικανοποιεί τις θρησκευτικές ανάγκες των υπηκόων του. Ο “Ναός της Ευαγγελίστριας”, οι “Άγιοι Θεόδωροι”, η “Παναγία Οδηγήτρια” (ή “Αφεντικό”), η “Αγία Σοφία”, η “Περίβλεπτος”, η “Παντάνασσα” και ο “Άγιος Δημήτριος” που ήταν η Μητρόπολη του Μυστρά. Σε μερικές εκκλησίες υπάρχουν μέσα διάφοροι τάφοι Δεσποτών, ευγενών, ευεργετών και άλλων. Σήμερα υπάρχει μόνο ένα ενεργό μοναστήρι, “η Παντάνασσα”, που είναι μοναστήρι γυναικών.
     Εκτός από τις επτά μεγάλες εκκλησίες, υπάρχουν ακόμα περίπου είκοσι μικρότερες, διεσπαρμένες σε ολόκληρη την περιοχή του Μυστρά.  Άλλες διατηρούνται ακέραιες, άλλες είναι μικρά παρεκκλήσια, άλλες είναι ερειπωμένες και για άλλες είναι γνωστή μόνο η θέση τους. Οι σπουδαιότερες από τις εκκλησίες αυτές είναι: ο “Άγιος Γεώργιος”, ο “Άγιος Χριστόφορος”, ο “Αι-Γιαννάκης”, οι “Ταξιάρχες”, η “Αγία Άννα”, ο “Άγιος Νικόλαος” και η “Αγία Παρασκευή”.
     Εκατόν δέκα τάφοι βρέθηκαν, μεταξύ “Ευαγγελίστριας” και “Αγίων Θεοδώρων”.
     Αναφορικά με την ιστορία του Μυστρά θα σας την πω επί τροχάδην: Όταν οι Φράγκοι είχαν ολοκληρώσει την κατάκτηση της Πελοποννήσου, το 1249, ο πρίγκιπας του Μορέως Βιλεαρδουίνος έκτισε το κάστρο του στην ανατολική πλευρά του Ταϋγέτου, στην κορυφή ενός παράξενου και αποτόμου βουνού, που λεγόταν Μυστράς ή Μυζηθράς.
     Οι κάτοικοι της γειτονικής “Λακεδαίμονος” (σημερινής Σπάρτης), αναζητώντας μεγαλύτερη ασφάλεια, έρχονται και κτίζουν τα σπίτια τους στην πλαγιά του Μυστρά, γύρω από το κάστρο, για να έχουν την προστασία του Στρατηγού.
     Το 1264 μεταφέρεται στον Μυστρά και η έδρα της “Μητρόπολης της Λακεδαίμονος”.
     Πρώτος Δεσπότης γίνεται ο Μανουήλ (1348 - 1380), δευτερότοκος γιος του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ Καντακουζηνού, ο οποίος κατορθώνει, με τη σύνεση του, να ειρηνεύσει την περιοχή, να δώσει ευημερία στον Μυστρά, και να τον στολίσει με ναούς και παλάτια.
     Στα μέσα του 14 ου αιώνα, ο Μυστράς γίνεται πρωτεύουσα της Πελοποννήσου με ισόβιο άρχοντα, που φέρει τον τίτλο “Δεσπότης”, και δημιουργείται το “Δεσποτάτο του Μορέως”.
     Ο Μυστράς γίνεται εστία της πολιτικής και πνευματικής ζωής της αυτοκρατορίας και μεταμορφώνεται σε κέντρο αναγέννησης των γραμμάτων και των τεχνών. Σοφοί, καλλιτέχνες και λόγιοι μαζεύονται στην αυλή του Δεσπότη. Το 1400 θα έρθει ο Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων, θα ιδρύσει την περίφημη φιλοσοφική σχολή του, και θα παραμείνει στον Μυστρά ως το τέλος της ζωής του.
     Το 1989, η “Unesco” για πρώτη φορά συμπεριέλαβε τον Μυστρά στα μνημεία που ανήκουν στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομία.........

Πάνος Χαρ. Μανιατόπουλος.














                            

            Απόσπασμα για την "Μονή Παντάνασσα", από το βιβλίο μου:                                                                                                                                       ...................παίρνοντας το μονοπάτι που είναι μπροστά από το “Παλάτι των Δεσποτών”, κατευθύνθηκαν προς την πύλη “Μονεμβάσια”. Βγαίνοντας από την πύλη, ο δρόμος χωρίζει στα δύο. 
     Αριστερά οδηγεί στον “Ναό της Ευαγγελίστριας”, και αμέσως μετά στο Μοναστηριακό συγκρότημα “Βροντόχι” που αποτελείται από δύο ναούς. Τον “Ναό των Άγιων Θεοδώρων” και τον “Ναό Αφεντικό”.
     Δεξιά το λιθόστρωτο μονοπάτι οδηγεί προς την “Μονή Παντάνασσας”, και μετά προχωρά στην “Κάτω Πόλη” του Μυστρά που βρίσκονται, το “Μοναστήρι Περίβλεπτος” και τα σπίτια των ευγενών Φραγκόπουλου και Κρεβατά. Αυτό το μονοπάτι πήραν οι τρείς τους, και σε λίγο φθάνοντας στο προαύλιο της “Μονής Παντάνασσας”, συνάντησαν την Ηγουμένη Άννα που τους περίμενε απ έξω μαζί με όλες τις μοναχές, για να τους προϋπαντήσει. 
     Η Ηγουμένη φανερά συγκινημένη από την άφιξη του Αρχιεπισκόπου χαιρέτησε τους δύο Αστυνομικούς και τους οδήγησε όλους μέσα στο προαύλιο του Μοναστηριού, ξεναγώντας τους στα αξιοθέατα της Μονής.
     Όπως τους είπε, η Εκκλησία είναι το καλλίτερο διατηρούμενο μνημείο του Μυστρά. Εκεί βρίσκονται και οι τάφοι της Δέσποινας Κλεόπα Μαλατέστα και της Θεοδώρας, της συζύγου του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου.
Στην ΒΔ γωνία της “Παντάνασσας”, υψώνεται ένα θαυμάσιο τετραώροφο κωδωνοστάσιο, στο ισόγειο του όποιου υπάρχει παρεκκλήσιο αφιερωμένο στον Άγιο Χαράλαμπο. Οι πλευρές του στα επάνω δυο διαμερίσματα, έχουν από ένα μεγάλο οξυκόρυφο τόξο με γοτθική επίδραση, και το τύμπανο τους είναι ένα στολισμένο τρίλοβο άνοιγμα.
     Η εξωτερική διακόσμηση του Ιερού, πλούσια και επιτηδευμένη, χωρίζεται σε τρεις ζώνες: Η κάτω είναι ολότελα ακόσμητη, η επάνω, με κεραμοπλαστική διακόσμηση, έχει ύφος καθαρά βυζαντινό και μάλιστα Κωνσταντινουπολίτικο, ενώ τη μεσαία στολίζουν μικρά τόξα οξυκόρυφα με γιρλάντα με ανθέμια.
     Είναι το τελευταίο χρονικά μνημείο του Μυστρά. Χτίστηκε το 1428 από τον πρωτομάστορα Ιωάννη Φραγκόπουλο.
     Η Εκκλησία, που έμεινε ανέπαφη από τη φθορά του χρόνου, διατηρεί σε σχετικά καλή κατάσταση τις αγιογραφίες της, εκτός αυτές του τρούλου.
     Οι πλέον χαρακτηριστικές τοιχογραφίες του υπερώου είναι “η Πλατυτέρα” στην κόγχη του Ιερού, και ψηλότερα, πάνω από το Ιερό Βήμα, “η Ανάληψη”.
     Κάνοντας τον γύρο της αυλής, και προχωρώντας προς την είσοδο, παρακολουθούσαν με θαυμασμό το εξωτερικό στόλισμα της Μονής.
     «Τι σου είναι το γυναικείο χέρι !», σκέφτηκε η Ρεβέκκα. «Παντού τα πάντα αστράφτουν. Όλες οι γλάστρες, και ήταν πάνω από εκατό, ήταν πήλινες, κατάμεστες από λουλούδια “του Βοριά και του Χειμώνα”».
     Δεξιά και αριστερά στα παρτέρια, κόκκινες συντόνιες, άσπρα και κίτρινα τριαντάφυλλα χαιρετούσαν τους επισκέπτες κουνώντας ελαφρά το κεφάλι τους, βοηθούμενες από το ανάλαφρο φύσημα του αέρα.............


Πάνος Χαρ. Μανιατόπουλος.
     




       ...................Πήρε το φακό από την τσάντα της και βγήκε στον διάδρομο της Μονής. Απόλυτη νεκρική ησυχία επικρατούσε παντού και μόνο το φύσημα του αέρα ακουγόταν, που είχε δυναμώσει πολύ.         
     Δεν είχε μείνει ποτέ σε μοναστήρι νύχτα, και αυτό το περίεργο συναίσθημα ιερότητας και ευσπλαχνίας του Θεού, την πότιζε βαθειά στην ψυχή της. Το τρεμάμενο φως των κεριών στους διαδρόμους δημιουργούσε ποικιλόχρωμες σκιές και ανταύγειες στο δωμάτιο, που μαζί με το συριστικό φύσημα του αγέρα την πήγαιναν σε άλλες εποχές, μαγικές, Βυζαντινές…. .
     Μπροστά της ακριβώς, μια πολύ λεπτή νεαρή γυναίκα με κατάξανθα μακριά μαλλιά, λουσμένη από ένα άσπρο φως, καθόταν σε ένα σκαμπό, και πίσω της δυο μικρότερης ηλικίας κορίτσια της χτένιζαν ακατάπαυστα τα μεταξένια της μαλλιά.
     Δίπλα της στεκόταν όρθια μια άλλη γυναίκα, σαράντα περίπου χρόνων, κι αυτή λουσμένη από το ίδιο φώς, πολύ όμορφη με μαύρα κατάσγουρα μακριά μαλλιά. Στο κεφάλι της φορούσε κορόνα και μια κόκκινη “βασιλική μπέρτα” σκέπαζε το μικροκαμωμένο σώμα της. Οι δύο γυναίκες συζητούσαν  έντονα μεταξύ τους, και η μια που και που χαμογελούσε στην άλλη. 
     Η Ρεβέκκα που είχε μείνει εκστατική, γιατί σίγουρα ονειρευόταν, έσκυψε για να ακούσει καλύτερα τι έλεγαν οι δύο γυναίκες, αλλά παρόλο που τα χείλη τους εκινούντο συνεχώς, τίποτα δεν ακουγόταν. Τις κοίταξε προσεκτικά και τότε πρόσεξε ότι κάτω από τις χλαμύδες δεν υπήρχαν πόδια. Οι γυναίκες στέκονταν κυριολεκτικά στον αέρα.
     Ξάφνου η καθιστή γυναίκα σηκώθηκε, πήρε από το χέρι την όρθια και συνακολουθούμενες από τα δύο νεότερα κορίτσια, άρχισαν να κατεβαίνουν αέρινα τις σκάλες που οδηγούσαν προς το υπόγειο της Μονής. Η Ρεβέκκα τις ακολούθησε σιωπηλά και μόλις έφτασε στο υπόγειο βρέθηκε μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη. Δύο μικροί μεγαλοπρεπείς τάφοι βρίσκονταν στο κέντρο του δωματίου. Οι δύο γυναίκες τους πλησίασαν άνοιξαν με μεγάλη ευκολία τα τεράστιου βάρος μαρμάρινα καπάκια και αφού μπήκαν μέσα, τα καπάκια έκλεισαν σιγά-σιγά από μόνα τους, ενώ τα κορίτσια πού ακολουθούσαν εξαφανίστηκαν με μιας.
     Η Ρεβέκκα κούνησε το κεφάλι της προσπαθώντας να διώξει το όραμα. Ένοιωσε ότι επανερχόταν στον πραγματικό κόσμο, και ανάβοντας ξανά τον φακό της, φώτισε τα ονόματα που ήταν καλλιτεχνικά σκαλισμένα στις μικρές πλευρές των τάφων. Ο ένας έλεγε “Θεοδώρα, σύζυγος του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου” και ο άλλος “Δέσποινα Κλεόπα-Μαλατέστα, σύζυγος Ευγενούς και ευεργέτη της Μονής”.
     Η Ρεβέκκα ανατρίχιασε ολόκληρη και γύρισε τον φακό της γύρω-γύρω στο δωμάτιο για να ξεχωρίσει καλύτερα τα αντικείμενα που μισοκρύβονταν μέσα στις σκιές και στο σκοτάδι. Προχώρησε δίπλα στο τάφο της Θεοδώρας και ένοιωσε η πλάκα να κουνιέται κάτω από το πόδι της. Γύρισε τον φακό προς τα κάτω  και κοίταξε προσεκτικά τις πλάκες που κουνιόντουσαν. Η μια από αυτές ήταν ραγισμένη, και σίγουρα ήταν όλες ξεκολλημένες και βαλμένες βιαστικά ξανά στην θέση τους............

Πάνος Χαρ. Μανιατόπουλος.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μουσείο Μαραθωνοδρόμων - Μαραθώνας Αττικής - 71 φωτογραφίες του 2019 + 4 videos

Μουσείο Μαραθωνοδρόμων - Μαραθώνας Αττικής  71 φωτογραφίες του 2019 + 4 videos Museum of Marathon's Races , in Marathon  ...